Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἐέρσα κ

См. также в других словарях:

  • ἐέρσα — ἐέρσᾱ , ἔρσα dew fem nom/voc/acc dual (epic) ἐέρσᾱ , ἔρσα dew fem nom/voc sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔερσα — ἔρσε aor ind act 1st sg (epic) ἔρσε aor ind act 1st sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐέρσας — ἐέρσᾱς , ἔρσα dew fem acc pl (epic) ἐέρσᾱς , ἔρσα dew fem gen sg (epic doric aeolic) ἐέρσᾱς , ἔρσε aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐέρσαι — ἐέρσᾱͅ , ἔρσα dew fem dat sg (epic doric aeolic) ἔρσε aor inf act ἐέρσαῑ , ἔρσε aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έρση — Μυθολογικό πρόσωπο. Μία από τις τρεις κόρες του Κέκροπα, η οποία εκπροσωπούσε την πρωινή δροσιά. Ο Ερμής την αγάπησε παράφορα και ζήτησε τη βοήθεια της αδελφής της, αλλά η Αθηνά στάλαξε στην ψυχή της τελευταίας το δηλητήριο της ζηλοτυπίας, για να …   Dictionary of Greek

  • ἔερσ' — ἔερσαι , ἔρσα dew fem nom/voc pl (epic) ἔερσα , ἔρσε aor ind act 1st sg (epic) ἔερσε , ἔρσε aor ind act 3rd sg (epic) ἔερσαι , ἔρσε aor imperat mid 2nd sg ἔερσα , ἔρσε aor ind act 1st sg (homeric ionic) ἔερσε , ἔρσε aor ind act 3rd sg (homeric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»